Ενδιαφέροντα άρθρα γενικού περιεχομένου

Περισσότερα
11 Χρόνια 8 Μήνες πριν #19056 από stergiosbik


Eπισης αν κ λιγο παλιο αξιζει κ αυτο.Δειτε το

Δεν είναι ότι δεν είμαστε επαναστάτες. Απλά είμαστε άτυχοι που δεν είναι όπλο ο καναπές!!!


Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Περισσότερα
11 Χρόνια 8 Μήνες πριν #20350 από jnet
Φύτεψε 6000 δένδρα πρίν 15 χρόνια στην μνήμη της γυναίκας του




Winston Howes, green thumb and hopeless romantic, planted 6,000 oak trees in the shape of heart in his South Gloucestershire meadow 15 years ago as a tribute to his late wife, Janet. His stunning memorial was his very own secret garden for years until a hot air balloonist happened to cruise over the land and capture a picture of the giant grassy emblem. “I have my own balloon and am quite a regular flyer — but this was the most amazing sight I have ever seen from the sky,” the pilot, Andy Collet told The Telegraph on Friday. ”It was a perfect heart hidden away from view – you would not know it was there… You can just imagine the love story.”

When Janet passed away over a decade ago, Howes meticulously planned and planted the oak trees around a six-acre field of grass to create the heart shape, with the design’s bottom tip pointing in the direction of Janet’s childhood home in Wotton Hill. A tall hedge of daffodils surrounds the heart’s perimeter that creates an unmistakable warm yellow glow that planes and hot air ballooners alike cannot miss. The romantic gesture is certainly a grand one too, as it is even visible by satellite.



Read more: British Farmer Plants Heart-Shaped Meadow in Honor of Late Wife heart-shaped meadow – Inhabitat - Sustainable Design Innovation, Eco Architecture, Green Building

www.stumbleupon.com/su/35xKlg/inhabitat....-honor-of-late-wife/

Κοστίζει τόσο να είσαι ειλικρινής όταν είσαι ευφυής! Είναι σαν να είσαι τίμιος όταν είσαι φιλόδοξος.
Συνημμένα:

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Περισσότερα
11 Χρόνια 5 Μήνες πριν #44159 από jnet
Διάνοια ερμητικά κλειστή

Ο Γκριγκόρι Πέρελμαν είναι ο σπουδαιότερος μαθηματικός των καιρών μας, όπως διαβάσαμε στο περιοδικό ΄Playboy΄. Ένα ιδιοφυές ρώσικο μυαλό που κατάφερε να λύσει ένα από τα διασημότερα προβλήματα της σύγχρονης επιστήμης. Πέτυχε εκεί όπου απέτυχαν τα κορυφαία μυαλά του 20ού αιώνα: απέδειξε την εικασία του Πουανκαρέ. Αρνήθηκε να εισπράξει οποιαδήποτε αμοιβή για την εξαιρετική δουλεία του και στο απόγειο της δόξας του αποσύρθηκε από την επιστημονική κοινότητα και από την ανθρώπινη κοινότητα γενικά. Ο Γκριγκόρι Πέρελμαν απλά εξαφανίστηκε. Το αμερικάνικο playboy προσπάθησε να τον εντοπίσει και τα κατάφερε - κατά κάποιον τρόπο τουλάχιστον.







Δεν είχε χρειαστεί να παρακολουθήσω ποτέ κανέναν, αλλά ήξερα πώς γίνεται. Είχα μαζί μου ένα βιβλίο, είχα αγοράσει μερικά σάντουιτς. Έβαλα ραδιόφωνο. Έπιασα έναν ενημερωτικό σταθμό, στα ρώσικα. Ίσως αυτός με βοηθούσε να κρατηθώ ξύπνιος όσο θα περίμενα το μαθηματικό. Η πρώτη φορά που άκουσα το όνομα του Γκριγκόρι Πέρελμαν ήταν πριν από εννιά χρόνια, όταν η είδηση για το επίτευγμά του ξεπέρασε τα όρια της διεθνούς μαθηματικής κοινότητας και έγινε πρώτη είδηση στα δελτία ειδήσεων. Οι δημοσιογράφοι μιλούσαν με δέος για τον άνθρωπο που κατάφερε να λύσει ένα μαθηματικό γρίφο που για δεκαετίες θεωρούνταν άλυτος: την περίφημη εικασία του Πουανκαρέ, η οποία αναφέρεται σε τρισδιάστατες σφαίρες και εκτείνεται στα πεδία των χωρικών σχέσεων και της κβαντικής φυσικής - το εργαλείο που βοηθάει την ανθρωπότητα να κατανοήσει το σχήμα του σύμπαντος που τη φιλοξενεί.
Ο Πέρελμαν είχε λύσει το γρίφο του. Η δική μου φιλοδοξία ήταν να λύσω το γρίφο του Πέρελμαν. Έκλεισα εισιτήριο για την Αγία Πετρούπολη ξέροντας ότι στην πραγματικότητα δεν μπορούσα να ελπίζω σε τίποτα. Λίγες μέρες πριν ξεκινήσω για το μεγάλο ταξίδι επικοινώνησα με τον Σεργκέι Κισλιάκοφ, το διευθυντή του Ινστιτούτου Μαθηματικών Στεκλόφ, όπου ο Πέρελμαν είχε εργαστεί ένα διάστημα ως ερευνητής. Στα τέλη του 2005, δύο χρόνια αφότου η απόδειξη του Πουανκαρέ τον είχε καταστήσει το κορυφαίο όνομα στο πεδίο του, ο Πέρελμαν παρέδωσε στον Κισλιάκοφ την παραίτησή του δηλώνοντας «απογοητευμένος από τα μαθηματικά». Εκείνη τη μέρα ανακοίνωσε την απόφασή του να τα παρατήσει.

Ο Κισλιάκοφ ήξερε από πρώτο χέρι με πόσο πείσμα θα με απέφευγε ο Πέρελμαν. Όταν του εξήγησα το σχέδιό μου, ότι ήθελα να τον προσεγγίσω και να μιλήσω μαζί του, ο Κισλιάκοφ προσπάθησε να με αποτρέψει από την αρχή: «Ο Πέρελμαν δε μιλάει πια σε κανέναν. Ειδικά τους δημοσιογράφους τους απεχθάνεται». Του εξήγησα ότι θα πήγαινα έτσι κι αλλιώς, μου επισήμανε ότι πήγαινα δεν πήγαινα, το ίδιο αποτέλεσμα θα είχα.

Ήταν άνοιξη και η Αγία Πετρούπολη προετοιμαζόταν για τη μεγάλη παρέλαση της επετείου της Ανεξαρτησίας. Οι δρόμοι της πόλης ήταν σημαιοστολισμένοι, εκατέρωθεν του μεγάλου καναλιού που τη διασχίζει βρίσκονταν σταθμευμένα τανκς και στρατιωτικά οχήματα. Στο Κουπτσίνο, στο νοτιότερο σταθμό της μπλε γραμμής του μετρό, πολύ μακριά από τα αστραφτερά παλάτια και τις επιβλητικές λεωφόρους, η συγκεκριμένη μέρα ήταν όπως όλες οι άλλες. Τα ερυθρόλευκα τρόλεϊ ανεβοκατέβαιναν τους δρόμους με την αυστηρή χάραξη και τις γεωμετρικές νησίδες, οι άνθρωποι συνωστίζονταν στους ακάλυπτους χώρους που χώριζαν τα ταλαιπωρημένα κτιριακά συγκροτήματα, απομεινάρια του κομμουνιστικού προγράμματος στέγασης. Το Κουπτσίνο μπορεί να είναι διάσημο γιατί υπήρξε η γειτονιά των παιδικών χρόνων του Ρώσου πρωθυπουργού Ντμίτρι Μεντβέντεφ, αλλά στην πραγματικότητα απέχει έτη φωτός από οποιαδήποτε έννοια αίγλης, επιρροής ή απλού ενδιαφέροντος. Θα μπορούσε όντως να αποτελέσει το ιδανικό καταφύγιο για οποιονδήποτε επιδιώκει να δραπετεύσει από την προσοχή και το ενδιαφέρον των άλλων.

Στο πλαίσιο της αναζήτησης του Πέρελμαν, μου φάνηκε συμπαθητική ιδέα να νοικιάσω ένα διαμέρισμα, ίσως κάποιο με θέα στην είσοδο του κτιρίου όπου διέμενε. Ο μεσίτης στον οποίο απευθύνθηκα με ξενάγησε στη γειτονιά. «Κάπου εδώ δε ζει κι ένας διάσημος επιστήμονας;» ρώτησα όπως θα ρωτούσε οποιοσδήποτε υποψήφιος κάτοικος της περιοχής που είχε κάνει το διάβασμά του.
«Ναι, κάπου σ΄ αυτόν το δρόμο» απάντησε ο μεσίτης.
«Τον έχετε γνωρίσει;».
«Αν τον έχω γνωρίσει;» επανέλαβε την ερώτηση και λύθηκε στα γέλια. «Τον έχετε δει έστω;».
«Ναι, φυσικά. Όπως έχω δει και τον Πούτιν. Στην τηλεόραση!».

Ομολογώ ότι ακόμα και οι λιγοστές αρχικές μου ελπίδες κλονίστηκαν μετά απ΄ αυτή την πρώτη βόλτα στη γειτονιά. Νοίκιασα ένα Hyundai για να μπορώ κάπως να κυκλοφορώ - ήταν το μόνο όχημα που βρήκα διαθέσιμο στο πλησιέστερο γραφείο ενοικίασης αυτοκινήτων. Το πάρκαρα ακριβώς έξω από το κτίριο του Πέρελμαν. Οι δώδεκα όροφοί του, κατασκευασμένοι από τσιμέντο που κανείς δε σκέφτηκε ποτέ να βάψει, κάλυπταν έκταση μισού οικοδομικού τετραγώνου - ένας τεράστιος γκρίζος κύβος βγαλμέvoς από τις πεζές οικιστικές φαντασιώσεις του Μπρέζνιεφ. Μπροστά από την καφέ μεταλλική εξώπορτα του κτιρίου στέκονταν καμιά εικοσαριά άνθρωποι που κάπνιζαν και έπιναν μπίρες. Ήταν πρωί, αλλά αυτό δε φαινόταν να έχει και πολλή σημασία.

Γενικά, ήταν ένα μέρος στο οποίο τα περισσότερα πράγματα -και σίγουρα κανένας άνθρωπος- δεν είχαν σημασία. Την προηγούμενη μέρα είχα συναντηθεί με μια γειτόνισσα του Πέρελμαν, μια δασκάλα που εργαζόταν σε κάποιο σχολείο της περιοχής. Μου είπε ότι όλοι οι γείτονες σκέφτονταν μεταξύ σοβαρού και αστείου να πιάσουν τον Πέρελμαν και να τον παρακαλέσουν να πάρει το ένα εκατομμύριο δολάρια για λογαριασμό τους. Το έλεγε και γελούσε. Όπως μου εξήγησε, της φαινόταν αστεία η ιδέα ότι ο Πέρελμαν θα δεχόταν να εισπράξει τα λεφτά, αλλά περισσότερο αστεία της φαινόταν η ιδέα ότι ο Πέρελμαν θα συζητούσε με τους γείτονές του. «Αυτός ο τύπος δεν πλησιάζει άλλους ανθρώπους. Να σκεφτείς ότι δεν καταδέχεται ούτε να μπει στο ασανσέρ αν υπάρχει κάποιος άλλος μέσα».

Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι δεν είχε λόγο να πλησιάσει κανέναν από τους ανθρώπους που βρίσκονταν εκεί. Στο Κουπτσίνο οι ηλικιωμένοι περπατούσαν σκυφτοί και στηρίζονταν σε αυτοσχέδια μπαστούνια, ενώ οι νέοι απλώς σκότωναν τις μέρες τους χωρίς να κάνουν τίποτα και χωρίς να περιμένουν τίποτα. Ακριβώς έξω από το Hyundai ένα πλάσμα με ανδρόγυνο κώλο και καστανόξανθο μαλλί είχε μισοχωθεί στον κάδο των σκουπιδιών. Μια ηλικιωμένη κυρία με χοντρό πανωφόρι με κοίταξε για λίγο και έφτυσε στο τζάμι του οδηγού.

Όσο όμως παρηκμασμένα κι αν ήταν αυτά τα προάστια, ο Πέρελμαv τα ξεπερνούσε. Στα νιάτα του είχε υπάρξει όμορφος, το πρόσωπό του είχε σκούρα, αλλά απαλά χαρακτηριστικά. Στις ελάχιστες πρόσφατες φωτογραφίες του -τραβηγμένες με κινητό τηλέφωνο μέσα σε ένα βαγόνι του μετρό από κάποιον που στη συνέχεια τις ανέβασε στο Ίντερνετ- απεικονίζεται ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος. Τα ρούχα του είναι βρόμικα και τρύπια, η γενειάδα του θλιβερή. Έχει κάνει φαλάκρα - το πάνω μέρος του κρανίου του είναι γυμνό και γύρω του αναπτύσσεται ένας θύσανος ατίθασων τριχών που κανείς δεν έχει μπει στον κόπο να κουρέψει ή να χτενίσει εδώ και χρόνια. Στις φωτογραφίες φαίνεται όντως πνευματικά διαταραγμένος. Μασάει τα νύχια του και κάτω από τα σμιχτά του φρύδια το βλέμμα του είναι χωρίς αμφιβολία το βλέμμα του ανθρώπου που δε θέλει να βλέπει άλλους ανθρώπους. Την πρώτη μέρα της παρακολούθησης δε συνέβησαν σπουδαία πράγματα.

Είχα πάντως αποδεχτεί από την αρχή ότι, για να φέρω εις πέρας την αποστολή μου, θα έπρεπε να διαθέτω αρκετή από την υπομονή που σίγουρα διέθετε ο ίδιος ο Πέρελμαν. Είχε αφιερώσει επτά χρόνια στην απόδειξη της εικασίας του Πουανκαρέ. Επτά χρόνια κατά τα οποία επέδειξε υπομονή πολύ πέρα από τα ανθρώπινα όρια. Ο εκδότης ενός ρωσικού περιοδικού κάποτε έχασε την υπομονή του προσπαθώντας μάταια να τον εντοπίσει. Έστειλε στο Κουπτσίνο ένα ρεπόρτερ με την εντολή να βρει κάτι, οτιδήποτε μπορεί να αφορούσε έστω και ελάχιστα τον Πέρελμαν. Ο ρεπόρτερ βρήκε μια υπάλληλο σε μια υπηρεσία που του είπε ότι πρόσφατα είχε μια τυπική συναλλαγή με το διάσημο μαθηματικό. Ο κεντρικός τίτλος στο επόμενο εξώφυλλο του περιοδικού ήταν: «Ο μυστικός έρωτας του Γκριγκόρι Πέρελμαν».

Όταν συνάντησα τον Σεργκέι Ράκσιν, τον καλύτερο φίλο του Γκρίσα Πέρελμαν, συνειδητοποίησα ότι το γεγονός και μόνο ότι ήμουν δημοσιογράφος έκανε τη δεινή θέση μου ακόμα δυσκολότερη. Η πρώτη κουβέντα που του απηύθυνα όταν βρεθήκαμε στο γραφείο του σε ένα γυμνάσιο της Αγίας Πετρούπολης ήταν ένα τυπικό, αλλά εγκάρδιο «Χαίρομαι που σας γνωρίζω». Η απάντησή του δεν ήταν το ίδιο εγκάρδια: «Εγώ θα περιμένω να ακούσω τι έχετε να μου πείτε και μετά θα αποφασίσω αν χαίρομαι ή όχι που σας γνωρίζω».

Παρ΄ όλ΄ αυτά, μου μίλησε πολύ για τον Πέρελμαν - έφυγα από εκείνο το γραφείο έπειτα από τέσσερις ώρες. Συνοπτικά έμαθα ότι ο Ράκσιν ήταν ο πρώτος άνθρωπος που εντόπισε το ταλέντο του Πέρελμαν το 1976, την περίοδο που εργαζόταν ως σύμβουλος σε ένα εξειδικευμένο μαθηματικό εργαστήριο στο Λένινγκραντ. Ο Ράκσιν ήταν επίσης αυτός που βοήθησε τον Πέρελμαν να ελιχθεί ανάμεσα στα γρανάζια της σκληρής αντισημιτικής πολιτικής των Σοβιετικών, που παραλίγο να εμποδίσουν το νεαρό ιδιοφυή Εβραίο να αποκτήσει μια εκπαίδευση αντάξια του εγκεφάλου του. Το τελευταίο πράγμα που έμαθα ήταν ότι ο Ράκσιν θρηνούσε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο για την τρέχουσα κατάσταση του αγαπημένου του μαθητή: «Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι ζει κλεισμένος σε ένα άθλιο διαμέρισμα».

Δεύτερη μέρα παρακολούθησης. Ένα φορτηγό σταμάτησε μπροστά στο Hyundai και μου έκοβε τη θέα προς την είσοδο του κτιρίου του Πέρελμαν. Άνοιξα την πόρτα του αυτοκινήτου, κατέβηκα. Τα πρώτα πρόσωπα που είδα είχαν χαρακιές και ανήκαν στους νεαρούς που έπιναν μπίρες στις δέκα το πρωί γιατί δεν είχαν τίποτε άλλο να κάνουν. Ένας λιπόσαρκος άντρας τυλιγμένος σε ένα φαρδύ μαύρο πανωφόρι με πλησίασε, άρχισε να κουνάει ακανόνιστα τα χέρια του, «όχι, όχι» φώναξε προς το μέρος μου και απομακρύνθηκε αλαφιασμένος. Δεν κατάλαβα τι εννοούσε, αλλά συνειδητοποίησα ότι οι ντόπιοι είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται την παρουσία μου στη γειτονιά τους.

Στις ώρες της αναμονής σκεφτόμουν την εξέλιξη του Πέρελμαν. Ο Ράκσιν μου είχε αφηγηθεί ότι ως παιδί ο Γκρίσα ήταν αρκετά κοινωνικός. Στο σχολείο συμμετείχε στις δραστηριότητες των συμμαθητών του. Εκτός από τα μαθηματικά, του άρεσε το πινγκ πονγκ και η όπερα. Σύμφωνα με τον Ράκσιν, αλλά και με άλλους που τον γνώρισαν στην εφηβεία του, ο Πέρελμαν είναι ετεροφυλόφιλος, αλλά «το μόνο πράγμα που κοιτούσε πραγματικά γοητευμένος ο Γκρίσα βρισκόταν πάντα γραμμένο στον πίνακα». Κανένας παλιός του φίλος δεν μπορεί να τον θυμηθεί με φιλενάδα στο πλάι του σε κάποια έξοδο. Τα μοναδικά επιβεβαιωμένα στοιχεία έχουν να κάνουν αποκλειστικά με την καριέρα του: με το που ολοκλήρωσε το διδακτορικό του, το σοβιετικό καθεστώς κατέρρευσε κι ο Πέρελμαν έφυγε για τις ΗΠΑ, όπου πραγματοποίησε μεταδιδακτορικές έρευνες στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και στο Μπέρκλεϊ. Κυκλοφορούσε εκεί έξω, στον κόσμο, αντάλλασσε ιδέες με τους συναδέλφους του, λειτουργούσε σαν φυσιολογικός άνθρωπος.

Παρ΄ όλ΄ αυτά, είχε ήδη αρχίσει να κλείνεται στον εαυτό του. Την ώρα που οι κορυφαίοι μαθηματικοί στη Ρωσία κέρδιζαν σκάρτα 100 δολάρια το μήνα, ο Πέρελμαν βρισκόταν εκτεθειμένος σε ένα δυτικό κόσμο που χρύσωνε τους επιστήμονες, εξασφάλιζε σημαντικά κονδύλια για τα πανεπιστήμια και έστηνε πανάκριβα ερευνητικά εργαστήρια. Γνώριζε εκ των έσω τη μεγάλη ακαδημαϊκή μπίζνα. «Εκεί μπορείς να πουλήσεις ένα θεώρημα ή -χειρότερα- να το αγοράσεις» εξομολογήθηκε στον Ράκσιν όταν επέστρεψε στη Ρωσία απογοητευμένος το 1995. «Μπορείς να το αγοράσεις ακόμα κι αν δεν έχεις τίποτα να το κάνεις, ακόμα κι αν δεν ξέρεις πού να το εφαρμόσεις».

Εκείνη την εποχή ο Πέρελμαν είχε ήδη ξεκινήσει να μελετά την εικασία του Πουανκαρέ, ένα θεώρημα που ανέπτυξε το 1904 ο Ανρί Πουανκαρέ, ένας ευρυμαθής Γάλλος -για πολλούς ο τελευταίος πανεπιστήμονας- που ανάμεσα σε άλλα ίδρυσε τον κλάδο της τοπολογίας, της μαθηματικής μελέτης των αφηρημένων σχημάτων. Επειδή το συγκεκριμένο πρόβλημα είχε μεγάλη παράδοση λανθασμένων αποδείξεων, ο Πέρελμαν καταπιάστηκε μαζί του χωρίς να πει σε κανέναν τίποτα. Όχι επειδή φοβόταν ότι θα τον αποθάρρυναν, αλλά επειδή δεν ήθελε κανέναν περισπασμό, ειδικά στη συγκεκριμένη εργασία του. «Ο Γκρίσα απομονώθηκε πλήρως» μου περιέγραψε ο φίλος και πρώην συνεργάτης του, Νικολάι Μνιοφ.

Σκεφτόμουν ότι, αν διέθετα κι εγώ αντίστοιχη αυτοπειθαρχία, ίσως η ζωή να μου επιφύλασσε καλύτερη εξέλιξη. Για την ώρα βέβαια ήμουν αναγκασμένος να κάθομαι μέσα σε ένα Hyundai στις έσχατες παρυφές της Αγίας Πετρούπολης περιμένοντας κάποιον που πιθανότατα δεν ήθελε να με δει στα μάτια του, αν φυσικά τύχαινε να συναντηθούμε. Οι ώρες πέρασαν χωρίς να συμβεί απολύτως τίποτα. Έφαγα ένα σάντουιτς και κατέβασα λίγο την πλάτη του καθίσματος, αφού είχα πειστεί ότι είχα κι άλλες ώρες απραγίας μπροστά μου. Κατά βάθος, βέβαια, δεν παραπονιόμουν - σε σχέση με τον Πέρελμαν είχα υποφέρει ελάχιστα στη ζωή μου.

Είχε απορρίψει το Μετάλλιο Φιλντς γιατί πίστευε ότι η αποδοχή του θα στοιχειοθετούσε μια θεμελιώδη ανειλικρίνεια. Ένας Κινέζος μαθηματικός τον έσυρε κάποτε στα δικαστήρια διεκδικώντας για τον εαυτό του τη δόξα της απόδειξης του Πουανκαρέ. Μια ομάδα δημοσιογράφων που βαρέθηκαν να περιμένουν μάταια έξω από το διαμέρισμά του έσπασαν την πόρτα και εισέβαλαν στο σπίτι του απροειδοποίητα - στο περιστατικό τραυματίστηκε ελαφρώς η μητέρα του. Ο Πέρελμαν χρειάστηκε να περιμένει πέντε χρόνια μέχρι το Ινστιτούτο Clay να αποφασίσει να του απονείμει το έπαθλο του ενός εκατομμυρίου δολαρίων, που έτσι κι αλλιώς δικαιούνταν όποιος θα έλυνε το πρόβλημα του Πουανκαρέ. Το αρνήθηκε και αυτό. «Ο Γκρίσα βασανίζεται από τις ατέλειες της ανθρωπότητας» μου είχε πει ο Ράκσιν.

Κάτι τέτοια σκεφτόμουν όταν ξαφνικά εμφανίστηκε ο Πέρελμαν! Είδα τα ανακατεμένα μαλλιά του να ξεπροβάλλουν μέσα από ένα παρακείμενο πάρκινγκ. Κατευθυνόταν προς την εξώπορτα του κτιρίου όπου διέμενε/Επρεπε οπωσδήποτε να τον προλάβω. Άνοιξα βιαστικά την πόρτα του Hyundai, βγήκα, εστίασα την προσοχή μου στο στόχο, αλλά πριν ξεκινήσω την καταδίωξη, συνειδητοποίησα ότι αυτός που έβλεπα δεν ήταν ο Πέρελμαν! Ήταν κάποιος άλλος που απλώς έτυχε να έχει ανακατεμένα μαλλιά. Ο προορισμός του δεν ήταν το κτίριο που παρακολουθούσα, αλλά το πλάσμα με τον ανδρόγυνο κώλο.

Τρίτη μέρα παρακολούθησης, κανένα νέο από τον Πέρελμαν. Κατά βάθος αισθανόμουν μια κάποια ανακούφιση αφού δεν είχα ιδέα τι θα τον ρωτούσα αν τυχόν τον έβλεπα μπροστά μου. Δεν είμαι πολύ καλός στις συνεντεύξεις. Πλησιάζω τα υποκείμενά μου σαν να βρισκόμαστε σε κάποιο μπαρ και να τα λέμε πίνοντας μπίρες. Δεν κάνω και δε ρωτάω πολλά πολλά. Ξέρω ότι οι άνθρωποι γουστάρουν να μιλάνε για τον εαυτό τους. Το μόνο που έχεις να κάνεις ως δημοσιογράφος είναι να τους δώσεις την ευκαιρία να το κάνουν. Πώς όμως μιλάς σε κάποιον που δε θέλει να μιλάει σε κανέναν; Ήξερα καλά πως, ό,τι κι αν τον ρωτούσα, δεν υπήρχε περίπτωση να πάρω κάποια απάντηση. Ο ρωσικός Τύπος είχε δοκιμάσει τα πάντα πολύ πριν από μένα. Και είχε αποτύχει. Ποτέ δε μάθαμε γιατί ο Πέρελμαν δεν πήρε τα χρήματα του βραβείου, γιατί αρνήθηκε το Μετάλλιο Φιλντς, γιατί παράτησε τα μαθηματικά και γιατί αποτραβήχτηκε από τον κόσμο και κλείστηκε σ΄ αυτό το διαμέρισμα.



Εν τω μεταξύ, πραγματικά δεν ήθελα να ενοχλήσω τον Πέρελμαν. Δεν ήθελα να γίνω σαν όλους αυτούς που τον οδήγησαν στην αυτοεξορία/Ηλπιζα να βρω έναν πιο γλυκό τρόπο για να τον πλησιάσω. Μίλησα διεξοδικά με όλους τους γνωστούς του. Ο Αλεξάντερ Αμπράμοφ (τον είχα συναντήσει νωρίτερα στη Μόσχα) μου περιέγραψε την τελευταία φορά που μίλησε στο τηλέφωνο με τον Πέρελμαν (είχαν περάσει τρία χρόνια από τότε). Ο καθηγητής Αμπράμοφ γνώριζε τον Πέρελμαν από το 1982 - ήταν ο προπονητής του στη Διεθνή Μαθηματική Ολυμπιάδα (ο Πέρελμαν είχε κερδίσει το χρυσό μετάλλιο και είχε βαθμολογηθεί με το απόλυτο «άριστα»). Σ΄ εκείνο το τελευταίο τηλεφώνημα ο Αμπράμοφ είχε ρωτήσει τον Πέρελμαν τι έπρεπε να κάνει προκειμένου να τον δει για λίγο από κοντά. «Ελάτε στην Αγία Πετρούπολη. Πρέπει να μείνετε εδώ». «Για πάντα;». «Ίσως».

Μπορεί ο Πέρελμαν να μη γούσταρε πια τον Αμπράμοφ, μπορεί να μη γούσταρε κανέναν. «Πολύ φοβάμαι ότι είναι στο όριο της νευρικής κατάρρευσης» μου είπε ο Ράκσιν. «Αν ζούσαμε ακόμα υπό σοβιετικό καθεστώς, θα τον είχαν κλείσει σε ψυχιατρείο προ πολλού». Το 2008 ο Πέρελμαν ζήτησε από τον Ράκσιν να αραιώσει κάπως τα τηλεφωνήματά του.

Τώρα πια μιλάνε μία φορά το χρόνο. «Προσωπικά, η ιστορία του μου θυμίζει την ιστορία του Μπόμπι Φίσερ» μου είπε ο Αμπράμοφ. «Και η ιστορία του Μπόμπι Φίσερ δεν είναι από τις πολύ ευχάριστες». Το απόγευμα της τρίτης μέρας παρακολούθησης ο ανδρόγυνος κώλος έσκυψε στο παράθυρο του οδηγού και μου ζήτησε μερικά ρούβλια. Ακόμα και από αυτή την τόσο κοντινή απόσταση ήταν δύσκολο να καταλάβω αν το πλάσμα ήταν άντρας ή γυναίκα. Καθώς απομακρυνόταν, πρόσεξα ότι ήξερε να κουνάει αυτό τον παράξενο κώλο. Όταν έστρεψα ξανά το βλέμμα μου στην εξώπορτα του Πέρελμαν, σχεδόν μου κόπηκε η ανάσα. Ήταν εκεί! Ήταν ο Πέρελμαν, με τη γενειάδα, τα αλλοπρόσαλλα μαλλιά και μ΄ αυτή την κάπως αφύσικη έκφραση στο πρόσωπό του. Ο ήλιος τον ενοχλούσε και με το ένα χέρι κάλυπτε τα μάτια του. Με το άλλο στήριζε τη μητέρα του, τη Λιουμπόφ, που στεκόταν στο πλάι του. Οι δυο τους κατευθύνθηκαν προς τον κάδο των σκουπιδιών. Αυτός φορούσε ένα μαύρο μπουφάν του σκι, μαύρο πουκάμισο, μαύρο παντελόνι. Η μητέρα του ένα κόκκινο παλτό και λευκό μπερέ. Διέσχισαν τη νησίδα του δρόμου και κατευθύνθηκαν προς τον απέναντι ακάλυπτο. Κλείδωσα το αυτοκίνητο.

Ο ακάλυπτος ήταν μεγάλος. Είχε δέντρα, θέσεις πάρκινγκ και μια παιδική χαρά. Τους ακολούθησα από μια διακριτική απόσταση και τους είδα να διασχίζουν ένα μικρό παρτέρι με γρασίδι. Το πρόχειρο σχέδιό μου ήταν να τους πλησιάσω κατά μέτωπο και όχι από πίσω, για να μην τους ξαφνιάσω και αισθανθούν απειλημένοι. Παρ΄ ότι γνώριζα ότι ο Πέρελμαν μιλούσε καλά αγγλικά χάρη στη θητεία του στις ΗΠΑ, αποφάσισα ότι ήταν καλύτερο να του απευθυνθώ στα ρώσικα. Κατευθύνθηκα προς την άλλη πλευρά του ακάλυπτου ελπίζοντας ότι θα τους συναντούσα κάποια στιγμή όταν θα ολοκλήρωναν τη βόλτα τους. Έκανα λάθος. Απλώς τους έχασα από το οπτικό μου πεδίο. Τους ξαναεντόπισα έπειτα από τρία λεπτά αγωνιώδους τρεξίματος στον ακάλυπτο. Περπατούσαν παράλληλα προς μια σειρά παρκαρισμένων αυτοκινήτων και ήμουν σίγουρος ότι κατευθύνονταν πίσω στο διαμέρισμα. Δεν είχα πια την πολυτέλεια του -πρόχειρου έστω- σχεδίου ήπιας προσέγγισης. Θα τους πλησίαζα αναγκαστικά από πίσω. Επιτάχυνα το βήμα μου.

Ήμουν σχεδόν πίσω από τον Πέρελμαν κι ακόμα δεν ήξερα τι έπρεπε να του πω. Στο αμέσως επόμενο λεπτό ήμουν δίπλα του, οπότε δεν υπήρχε πια χρόνος για οποιαδήποτε σκέψη. «Γκριγκόρι Γιακόβλεβιτς, εσείς είστε;». Χρησιμοποίησα το μεσαίο όνομά του, όπως επιτάσσει το ρωσικό πρωτόκολλο. «Δεν έχω καμία πρόθεση να σας ενοχλήσω, αλλά έχω έρθει από την Αμερική μόνο και μόνο για να σας μιλήσω». Από κοντά συνειδητοποίησα ότι ο Πέρελμαν ήταν πιο ψηλός και πιο αδύνατος απ΄ όσο νόμιζα και σαφώς λιγότερο τρομακτικός απ΄ ό,τι στις φωτογραφίες. Ήταν πολύ ατημέλητος - οι ώμοι του μπουφάν του ήταν γεμάτοι πιτυρίδα και τα ρούχα του βρόμικα. Μου απάντησε με μια ψιλή, κελαηδιστή φωνή και δε σπατάλησε το χρόνο του σε αβρότητες. «Είστε δημοσιογράφος;» με ρώτησε. Η μητέρα του μου έριξε μια έντονη ματιά και έστρεψε το βλέμμα της προς την απέναντι πλευρά. Αντί για «ναι», κούνησα το κεφάλι.
Ο Πέρελμαν κοίταξε τον ουρανό και άφησε ένα μικρό αναστεναγμό πόνου. Κάναμε μερικά βήματα όλοι μαζί. «Από ποιο έντυπο;» με ρώτησε. Του είπα. Κατέβασε το κεφάλι του προς ένδειξη αναγνώρισης, αλλά έσπευσε να δηλώσει: «Δε δίνω συνεντεύξεις». «Το ξέρω. Δεν πειράζει» του απάντησα. Ο Πέρελμαν και η μητέρα του κοντοστάθηκαν. Με κοίταξαν απ΄ την κορφή ως τα νύχια, έμοιαζαν μπερδεμένοι. Δεν είχα ιδέα για το πώς θα εξελισσόταν αυτή η συνάντηση, αλλά τουλάχιστον ο Πέρελμαν δεν είχε φύγει τρέχοντας. Φόρεσα το καλό μου χαμόγελο και πυροβόλησα: «Σαν να ΄φτιαξε κάπως ο καιρός σήμερα, ε;». Προς μεγάλη μου έκπληξη τόσο αυτός όσο και η κάπως στρυφνή μητέρα του έσκασαν στα γέλια. Τους είχα αφοπλίσει. Μπορεί να με δέχονταν στον κύκλο τους.

Πώς ήξερες πού θα μας βρεις;» με ρώτησε η Λιουμπόφ Πέρελμαν, που εν τω μεταξύ είχε ξεθαρρέψει και είχε ξεκολλήσει από το μπράτσο του γιου της. Φορούσε χοντρά γυαλιά οράσεως και το πρόσωπό της ίσα που ξεπρόβαλλε κάτω από τον μπερέ.
«Ντρέπομαι να σας απαντήσω» της είπα. «Ελάτε...» επέμεινε.
Της έδειξα τον απέναντι δρόμο. «Εδώ και μέρες κάθομαι σε ένα αυτοκίνητο και περιμένω να βγείτε από το σπίτι». «Αλήθεια;».
«Δεν ήταν τόσο χάλια» την καθησύχασα. «Είχα
κι ένα βιβλίο μαζί μου».
Αμέσως μετά ήταν η σειρά του Πέρελμαν:
«Πώς εντοπίσατε τη διεύθυνση μου;».
«Εχω τις διασυνδέσεις μου» του είπα. «Τα πάω
καλά με τους μπάτσους».
Οι κόρες των ματιών του διεστάλησαν για λίγο.
«Με την αστυνομία; Είστε Ρώσος;».
«Αμερικανός».
Με κοίταξε προβληματισμένος. «Σίγουρα δεν είστε Ρώσος;».
Το πράγμα πήγαινε καλά. Ο Πέρελμαν είχε διάθεση να μιλήσει. Ίσως τελικά να του είχε λείψει λίγη ανθρώπινη επαφή.
«Θα σας πείραζε να περπατήσω λίγο μαζί σας;» ρώτησα ευγενικά.

Ο Πέρελμαν ανασήκωσε τους ώμους του και συνεχίσαμε. Τον είχα ήδη κάνει να γελάσει μία φορά, μπορεί να τα ξανακατάφερνα. «Ήμουν πολύ νευρικός» του εξήγησα. «Όλοι λένε ότι είστε πολύ τρομακτικός τύπος». Ο Πέρελμαν κοίταξε προς τον ουρανό και ψιθύρισε κάτι που δεν κατάλαβα. Εκείνη την ώρα πέρασε μπροστά μας ένας τύπος που κρατούσε μια γάτα δεμένη με ένα λουράκι.

Η Λιουμπόφ Πέρελμαν ξαναμπήκε στην κουβέντα: «Αν δεν ήρθατε για συνέντευξη, τι νόημα έχει αυτή η συνάντηση;». Ο Πέρελμαν έβαλε το χέρι του στον ώμο της και την καθησύχασε: «Μην αγχώνεσαι, μητέρα, απλώς περπατάμε». Λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα είχα μάθει για τον Πέρελμαν, αυτή η επίδειξη τρυφερότητας με συνεπήρε και μου έδωσε θάρρος. Κανένας δεν είχε καταφέρει να τον πλησιάσει τόσο πολύ εδώ και χρόνια. «Να υποθέσω ότι δεν ασχολείστε πια με τα μαθηματικά;» του είπα διστακτικά. «Υπάρχει κάτι με το οποίο ασχολείστε;». «Εχω εγκαταλείψει τα μαθηματικά και δε θα ήθελα να σας πω με τι ασχολούμαι» μου απάντησε. Ήμουν έτοιμος για την επόμενη ερώτηση, αλλά με πρόλαβε εκείνος: «Σίγουρα δεν είστε Ρώσος; Μιλάτε σαν κάποιος που γεννήθηκε εδώ, έφυγε στα 7 ή 8 του χρόνια και επέστρεψε ως ενήλικας. Έτσι ακριβώς ακούγεστε». Προσπαθώντας να εκμεταλλευτώ το momentum, του απηύθυνα μερικές αδιάφορες ερωτήσεις για να σπάσω τον πάγο. «Τι σκέφτεστε να κάνετε στις διακοπές σας;», «Σας άρεσε η Αμερική;», «Κάνετε συχνά αυτή τη βόλτα με τη μητέρα σας;». Ο Πέρελμαν κοίταζε προς τον ουρανό και ψιθύριζε κάτι ακατανόητο έπειτα από κάθε ερώτηση. Δεν μπορούσα να καταλάβω αν έστω τις είχε ακούσει.

Κάποια στιγμή φτάσαμε στην εξώπορτα του κτιρίου του Πέρελμαν. Δοκίμασα να κάνω άλλη μία κανονική ερώτηση: «Δεδομένου ότι είστε ακόμα νέος και ένας από τους πιο ταλαντούχους εν ζωή μαθηματικούς, υπάρχει περίπτωση να επιστρέψετε κάποτε στους κόλπους της επιστήμης;». Αντί για απάντηση, άφησε να του ξεφύγει ένα πνιχτό, μακρόσυρτο σφύριγμα. Η μητέρα του με ρώτησε αν φορούσα κοριό ή αν είχα κρυμμένο κάπου κάποιο voice recorder. Έχανα έδαφος. Προσπάθησα να το επανακτήσω πατώντας στα κοινά σημεία που έχουν με τους μαθηματικούς οι άνθρωποι που γράφουν. Του μίλησα για τη μοναξιά και την πειθαρχία. Τον κοίταξα στα μάτια με το πιο αθώο μου βλέμμα. Εκείνος κοίταξε και πάλι τον ουρανό. Ανέκφραστος, μια λευκή σελίδα που δεν είχα καταφέρει να τσαλακώσω στο ελάχιστο.

Σταματήσαμε έξω από την είσοδο του διαμερίσματός του. Ο Πέρελμαν και η μητέρα του με κοιτούσαν περιμένοντας από μένα απλώς να τελειώσω αυτή τη συνάντηση. Κοίταξα τον Πέρελμαν και τον ρώτησα: «Πινγκ πονγκ παίζετε καθόλου;». «Δεν έχω παίξει εδώ και πάρα πολύ καιρό» απάντησε. Αγκάλιασε τη μητέρα του, ξαφνικά φαινόταν ταραγμένος. Περπατούσαμε και συζητούσαμε επί 20 ολόκληρα λεπτά και δεν είχα μάθει τίποτα καινούριο. Είχα ψυχανεμιστεί κάποια πράγματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είχα λύσει το γρίφο. Θα με βοηθούσε να το κάνω; Ήταν η ώρα για την τελευταία ερώτηση. Την έκανα στα αγγλικά: «Πώς βλέπετε τη ζωή σας από δω και πέρα;».

Ο Πέρελμαν με πλησίασε. Συνειδητοποίησα ότι ένα από τα πάνω δόντια του ήταν τελείως χαλασμένο, είχε ένα βαθύ καφέ χρώμα. «What?» με ρώτησε ξαφνιασμένος με κάτι αγγλικά που είχαν να δουλευτούν πάρα πολύ καιρό. Όσο επαναλάμβανα την ερώτηση, ο Πέρελμαν έμοιαζε απόλυτα συγκεντρωμένος σ΄ αυτά που έλεγα. Προς στιγμήν πίστεψα ότι θα μου απαντούσε. Με το που σταμάτησα να μιλάω, όμως, το πρόσωπό του έχασε πάλι οποιαδήποτε έκφραση. Είχε καταλάβει τι τον ρωτούσα. Ήξερε πολύ καλά ότι βρισκόμουν εκεί για να κατανοήσω κάπως το παράδοξο μονοπάτι που ακολουθούσε στη ζωή του. «Δεν ξέρω» μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του και με αποχαιρέτησε με μια κίνηση του κεφαλιού.

Μπήκα στο νοικιασμένο αυτοκίνητο και έριξα μια τελευταία ματιά στο κτίριο όπου έμενε ο Πέρελμαν και η μητέρα του. Ήταν πάλι μέσα. Είχε βγει, είχε πάρει λίγο αέρα και είχε επιστρέψει στο σκοτάδι. Έβαλα μπρος. Ήταν η ώρα να φύγω. Ο Γκριγκόρι Πέρελμαν και η ιδιοφυΐα του ήταν πίσω από εκείνη την καφέ μεταλλική πόρτα. Και κανένας δημοσιογράφος δε θα μπορούσε να την ξεκλειδώσει.

Αναδημοσίευση από το τεύχος Οκτωβρίου Νο201 του περιοδικού ΄Playboy΄.

Δειτε και μέσα στο link που υπάρχουν φωτογραφίες...

www.capital.gr/gmessages/showTopic.asp?id=3424950&nid=1668176

Κοστίζει τόσο να είσαι ειλικρινής όταν είσαι ευφυής! Είναι σαν να είσαι τίμιος όταν είσαι φιλόδοξος.
Συνημμένα:

Παρακαλούμε Σύνδεση ή Δημιουργία λογαριασμού για να συμμετάσχετε στη συζήτηση.

Χρόνος δημιουργίας σελίδας: 0.078 δευτερόλεπτα
Powered by Kunena Φόρουμ